βυθοσκόπιο

βυθοσκόπιο
Αλιευτικό σύνεργο που χρησιμοποιείται για την ευκρινή παρατήρηση του πυθμένα της θάλασσας. Αποτελείται από έναν μεταλλικό κύλινδρο στη μία βάση του με γυάλινη πλάκα. Η βάση, αν βυθιστεί στο νερό έστω και λίγα εκατοστά, καθιστά εύκολη την παρατήρηση του βυθού σε αρκετό βάθος, γιατί αφαιρεί τις ρυτιδώσεις της επιφάνειας του νερού που εμποδίζουν την ορατότητα εξαιτίας της διάχυσης του φωτός και των διαθλάσεων που δημιουργούν. Το β. λέγεται επίσης διόπτρα ή γυαλί της θάλασσας.
* * *
το
όργανο παρατήρησης του βυθού ρηχής θάλασσας, το οποίο αποτελείται από κύλινδρο με γυαλί στη μία του βάση.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Look at other dictionaries:

  • βυθοσκόπιο — το ναυτικό όργανο με το οποίο γίνεται η βυθοσκόπηση, διόπτρα της θάλασσας …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • -σκόπιο — β συνθετικό ουδέτερων ονομάτων, κυρίως τής Νέας Ελληνικής (ελάχιστα είναι τα ουσ. αυτά στην Αρχαία), τα οποία προέρχονταν αρχικά από τα αντίστοιχα ον. σε σκοπος*. Στη συνέχεια, όμως, το β συνθετικό σκόπιο ανεξαρτητοποιήθηκε και χρησιμοποιήθηκε με …   Dictionary of Greek

  • βυθοσκόπηση — η η παρατήρηση του βυθού με βυθοσκόπιο …   Dictionary of Greek

  • βυθός — Ορεινός οικισμός (υψόμ. 980 μ., 184 κάτ.) στην πρώην επαρχία Βοΐου του νομού Κοζάνης. Βρίσκεται προς τα ΝΔ του νομού, στις νοτιοανατολικές πλαγιές του Βοΐου όρους. Υπάγεται στην κοινότητα Πενταλόφου. Παλαιότερα (έως το 1928) ονομαζόταν Ντόλος. *… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”