- βυθοσκόπιο
- Αλιευτικό σύνεργο που χρησιμοποιείται για την ευκρινή παρατήρηση του πυθμένα της θάλασσας. Αποτελείται από έναν μεταλλικό κύλινδρο στη μία βάση του με γυάλινη πλάκα. Η βάση, αν βυθιστεί στο νερό έστω και λίγα εκατοστά, καθιστά εύκολη την παρατήρηση του βυθού σε αρκετό βάθος, γιατί αφαιρεί τις ρυτιδώσεις της επιφάνειας του νερού που εμποδίζουν την ορατότητα εξαιτίας της διάχυσης του φωτός και των διαθλάσεων που δημιουργούν. Το β. λέγεται επίσης διόπτρα ή γυαλί της θάλασσας.
* * *τοόργανο παρατήρησης του βυθού ρηχής θάλασσας, το οποίο αποτελείται από κύλινδρο με γυαλί στη μία του βάση.
Dictionary of Greek. 2013.